Η υπερβολή στη θέσπιση ορίων
Όριο δε σημαίνει ασφυκτικός περιορισμός. Όποιος περιορίζει τα παιδιά κάτω από την ομπρέλα της προστασίας, τα κάνει διστακτικά και τελικά τα στερεί από πολύτιμες εμπειρίες που αποκομίζουν μόνο από την αντιπαράθεση, την τριβή και την επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους και το χώρο. Τα όρια δε στοχεύουν στην κυριαρχία αλλά στην υπόδειξη, στην προστασία και την προώθηση. Η απαγόρευση και η τιμωρία αλλοιώνουν τη θέληση και αποδυναμώνουν το σθένος του παιδιού. Οι τιμωρίες τα κάνουν να νιώθουν μικρά και να μη συνειδητοποιούν ότι αποτελούν αυτόνομες και σκεπτόμενες προσωπικότητες.
Πώς βάζουμε όρια
Είναι σημαντικό το όριο να μην είναι ανεμόμυλος αλλά και να μην είναι βράχος, χρειάζεται μια χρυσή ευελιξία που να βοηθά το παιδί να οριοθετείται, να δοκιμάζει, να αμφισβητεί και τελικά να αναπτύσσεται.
Η συμπεριφορά που ενέχει πίεση και υποχωρητικότητα, υπέρμετρη ανοχή και υπερβολική αυστηρότητα δίνει διπλά μηνύματα στα παιδιά, τα αποπροσανατολίζει και τα θέτει σε καθεστώς ανασφάλειας. Αποφεύγουμε τα διπλά μηνύματα, πρέπει να εκπέμπουμε σιγουριά, αποφασιστικότητα, σταθερότητα και δύναμη (η οποία διαφέρει κατά πολύ από την επιθετικότητα). Τα παιδιά χρειάζονται ένα ασφαλές περιβάλλον που να μπορούν να εμπιστεύονται. Η σταθερότητα δεν εκφράζεται με φωνές και απειλές, με φυσική ή ψυχική βία ούτε με κυριαρχία. Η σταθερότητα εκφράζεται με ήρεμο και σαφή τόνο στη φωνή, με συγκεκριμένο προσδιορισμό θέσεων, με εσωτερική βεβαιότητα, με αμοιβαίο σεβασμό και προσοχή.
Η θέσπιση των ορίων στηρίζεται στο σεβασμό της σωματικής, ψυχικής και πνευματικής ταυτότητας του παιδιού. Η τήρηση των ορίων χρειάζεται αλληλοσεβασμό και αλληλοϋποστήριξη.
Όσο πιο μικρό είναι το παιδί τόσο πιο περιορισμένα πρέπει να είναι τα όρια όσο μεγαλώνει και αποκτά δεξιότητες τόσο πιο ελαστικά πρέπει να γίνονται. Η θέσπιση ορίων στα παιδιά είναι αποτελεσματική μόνο μέσω έργων. Οι ατελείωτες συζητήσεις κάνουν τα παιδιά κουφά και χάνουν το ενδιαφέρον και την εκτίμησή τους.