Νυχτερινή ενούρηση

Η πρωτοπαθής νυχτερινή ενούρηση είναι συνήθως μια αθώα κατάσταση, στην οποία η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο (συχνά ένας γονέας ή ένας συγγενής αντιμετώπιζε μικρός αυτό το πρόβλημα).Από τα πάσχοντα παιδιά κάθε χρόνο το 15% εξ αυτών καταφέρνουν να παραμείνουν από μόνα τους στεγνά. Για την κατάσταση αυτή συχνά ευθύνεται ότι ο εγκέφαλος δεν «λαμβάνει σοβαρά υπόψη» τα μηνύματα της γεμάτης ουροδόχου κύστεως, το παιδί κοιμάται βαθιά και δεν μπορεί να ξυπνήσει, η ουροδόχος κύστη είναι μικρή, το βράδυ παράγεται μεγάλη ποσότητα ούρων, αλλά και η συνύπαρξη δυσκοιλιότητας, κούρασης κατά τη διάρκεια της ημέρας ή μικροασθενειών. Επίσης έχουν συσχετιστεί ορισμένες τροφές, φάρμακα (όπως η φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας, τα αντιισταμινικά, τα αντικαταθλιπτικά) και οι στρεσογόνες καταστάσεις (π.χ. αλλαγή σχολείου ή κατοικίας, ο θάνατος προσφιλούς προσώπου).

Αφού ο παιδίατρος αποκλείσει την ύπαρξη υποκείμενου νοσήματος, η πρωτοπαθής νυχτερινή ενούρηση συνήθως θα υποχωρήσει από μόνη της. Το ίδιο το παιδί δείχνει σημάδια πότε είναι έτοιμο για αυτό. Ωστόσο, είναι φανερό ότι στα μεγαλύτερα παιδιά η κατάσταση αυτή αποτελεί αιτία μεγάλης ψυχικής πίεσης και χαμηλής αυτοπεποίθησης, καθώς αισθάνονται ότι δεν μπορούν να ελέγξουν το σώμα τους και να έχουν δραστηριότητες κοινές με τους συνομήλικούς τους, όπως να διανυκτερεύσουν σε ένα φιλικό σπίτι ή να πάνε κατασκήνωση. Γι’ αυτό το λόγο υπάρχουν αρκετές τακτικές και τεχνάσματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα γρηγορότερα: η αφύπνιση του παιδιού σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές, η χρήση ξυπνητηριού, η ενεργός συμμετοχή του παιδιού σε ειδικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, η χρήση εσωρούχων ή υποστρωμάτων με «συναγερμό» και (ως τελευταία επιλογή) η χορήγηση φαρμάκου που ελαττώνει την παραγωγή ούρων το βράδυ σε επιλεγμένες περιπτώσεις. Τα προγράμματα αυτά έχουν κάποιο βαθμό δυσκολίας κατά την εφαρμογή τους τόσο για τους γονείς όσο και για το παιδί, για αυτό και καλό είναι να εφαρμόζονται εξατομικευμένα και ανάλογα με την ηλικία. Η ενεργός συμμετοχή ολόκληρης της οικογένειας είναι αυτονόητη προϋπόθεση. Το ποσοστό επιτυχίας αυτών των παρεμβάσεων είναι αρκετά μεγάλο και αγγίζει το 85%.